... μελετάμε το χθες, κατανοούμε το σήμερα ...
Η κοινωνική διαστρωμάτωση στο Βυζάντιο
"... θέλησα να κατεβάσω τους βυζαντινούς από τις πολυτελείς κορνίζες των εικόνων τους
και να τους απαλλάξω από τους καπνούς του θυμιάματος,
που παρολίγο θα τους έπνιγαν ..." H.G.Beck
Την πρώιμη περίοδο είναι αρκετά όμοια με αυτήν που επικρατούσε στην
ρωμαϊκή αυτοκρατορία, με κάποιες αλλαγές όπως η αποδυνάμωση της Συγκλήτου, η ενίσχυση
του ρόλου του αυτοκράτορα, αλλά και των επισκόπων.
Η
μέση περίοδος είναι μία περίοδος διοικητικών αλλαγών. Η διοικητική μεταρρύθμιση
των θεμάτων είχε σαν συνέπεια την κατάργηση των βουλευτηρίων, την πλήρη
αποδυνάμωση της Συγκλήτου, την ενίσχυση της στρατιωτικής αριστοκρατίας, την
κατάτμηση των μεγάλων γαιοκτησιών, την ενίσχυση των μικρών και μεσαίων
ιδιοκτησιών και τη δημιουργία της τάξης
του στρατιώτη καλλιεργητή.
Σε
σχέση με την πρώιμη περίοδο, η μέση χαρακτηρίζεται από τη συρρίκνωση της
αστικής δραστηριότητας, τη μείωση της εμπορικής και βιοτεχνικής δραστηριότητας,
τις πολλές εσωτερικές και εξωτερικές συγκρούσεις, τις επιδρομές και τις επιδημικές
ασθένειες. Εν γένει το βιοτικό, κοινωνικό και πολιτισμικό επίπεδο της
αυτοκρατορίας συρρικνώθηκε.
Το Βυζάντιο δέχθηκε πλήθος επιθέσεων από γειτονικούς λαούς, που εποφθαλμιούσαν τα πλούτη της και μέχρι και τον 11ο αιώνα η διατήρηση μίας σημαντική επικράτειας οφειλόταν σε μεγάλο βαθμό στο στρατιωτικό σύστημα διακυβέρνησης, που διαμορφώθηκε με τον θεσμό των θεμάτων. Αυτό δεν απέτρεψε την σταδιακή συρρίκνωση της πολιτικής δομής της αυτοκρατορίας στα τέλη της μέσης περιόδου και στις αρχές της ύστερης περιόδου.
Το Βυζάντιο δέχθηκε πλήθος επιθέσεων από γειτονικούς λαούς, που εποφθαλμιούσαν τα πλούτη της και μέχρι και τον 11ο αιώνα η διατήρηση μίας σημαντική επικράτειας οφειλόταν σε μεγάλο βαθμό στο στρατιωτικό σύστημα διακυβέρνησης, που διαμορφώθηκε με τον θεσμό των θεμάτων. Αυτό δεν απέτρεψε την σταδιακή συρρίκνωση της πολιτικής δομής της αυτοκρατορίας στα τέλη της μέσης περιόδου και στις αρχές της ύστερης περιόδου.
Η αυτοκρατορία
κατέρρευσε εσωτερικά από την πολιτισμική και οικονομική καθυστέρηση, την
ανικανότητα των κυβερνώντων να διαχειριστούν την εξουσία επαρκώς, την διαφθορά
σε όλους τους τομείς κοινωνικής και οικονομικής δραστηριότητας, τους
θρησκευτικούς διχασμούς αλλά και την απόσταση (κοινωνική, πολιτισμική και
οικονομική) μεταξύ του κέντρου της αυτοκρατορίας και των ακριτικών περιοχών.
Η βυζαντινή κοινωνική διαστρωμάτωση είναι πυραμιδική:
Η βυζαντινή κοινωνική διαστρωμάτωση είναι πυραμιδική:
Αυτοκράτορας
ο αυτοκράτορας επιλύει διαφορές ανάμεσα σε στρατιωτικούς,
βυζαντινή μικρογραφία,
Εθνική Βιβλιοθήκη Μαδρίτης και δεξιά η στέψη του.
Η αδιαφιλονίκητη κορυφή είναι ο "ελέω θεού" αυτοκράτορας, απόλυτος ηγεμόνας, πρόσωπο ιερό, υπέρτατη πηγή κάθε εξουσίας: πολιτικής, στρατιωτικής, δικαστικής και θρησκευτικής, το σύμβολο της αιωνιότητας του Βυζαντίου, που οφείλει να υλοποιεί τη βυζαντινή μεγαλοπρέπεια. Δεξιά ο Ιουστινιανός, σε λεπτομέρεια ψηφιδωτού, από τον Άγιο Βιτάλιο στη Ραβέννα (547 μΧ).
Ο πλήρης τίτλος του, μετά την επικράτηση της ελληνικής γλώσσας, ήταν: "Πιστός εν Χριστώ τω Θεώ Βασιλεύς και αυτοκράτωρ Ρωμαίων". Το βασιλεύς είναι περσικό δάνειο, μετά τη νίκη του Ηρακλείου επί των Περσών. Είναι ο εγγυητής της ειρήνης στους κόλπους της εκκλησίας (όπου ο ρόλος του είναι διαιτητικός), της ειρηνικής συμβίωσης των πληθυσμών της πολυεθνικής αυτοκρατορίας και της παγκόσμιας τάξης.
Aν και ο όρος έχει πολυσημία, είναι η «άρχουσα τάξη». Μέλη της θεωρούνταν τα μέλη της Συγκλήτου, οι μεγάλοι γαιοκτήμονες και οι βουλευτές των επαρχιακών βουλευτηρίων. Είναι η πολιτική και στρατιωτική αριστοκρατία και από τον 5ο και μετά ο ανώτατος κλήρος, οι επίσκοποι δηλαδή και οι ηγούμενοι.
Διαμένει μόνιμα στην Κων/πολη, συμμετέχει σε έναν βαθμό στη διακυβέρνηση του κράτους και διακρίνεται με βάση τέσσερα γνωρίσματα:
ευγενή καταγωγή
σημαντική περιουσία
συμμετοχή
στα ανώτερα κλιμάκια του μηχανισμού και
πρακτικό ήθος
δηλαδή αποδεδειγμένη προσωπική αξία
ευγενή καταγωγή
σημαντική περιουσία
συμμετοχή
στα ανώτερα κλιμάκια του μηχανισμού και
πρακτικό ήθος
δηλαδή αποδεδειγμένη προσωπική αξία
Οι βυζαντινοί συγκλητικοί ορίζονται από τον αυτοκράτορα, που δικαιούται να απονέμει τίτλους, οι οποίοι ισχύουν για όλη την οικογένεια και είναι κληρονομικοί, δεν συνεπάγονται όμως υποχρεωτικά συμμετοχή στο ανακτοβούλιο (φανταστείτε κάτι σαν ένα σημερινό υπουργικό συμβούλιο).
Βασικά προνόμια της
αριστοκρατίας ήταν οι φοροαπαλλαγές, η πρόσβαση στην λήψη αποφάσεων, η
ιδιαίτερη μεταχείριση από την δικαστική εξουσία.
Στα πλαίσια
της προσπάθειας δημιουργίας μίας τάξης αριστοκρατίας στη νέα αυτοκρατορία, ο
αριθμός των συγκλητικών διευρύνθηκε με την απονομή τίτλων από τους
αυτοκράτορες. Από τους συγκλητικούς μόνο όσοι κατείχαν τον τίτλο του
«ιλλούστριου» είχαν δικαίωμα συμμετοχής στις εργασίες της συγκλήτου της
Κωνσταντινούπολης, η οποία είχε τον δικό της Έπαρχο. Οι διοικητές των επαρχιών
και οι αξιωματούχοι της επαρχιακής διοίκησης επιλέγονταν από τους συγκλητικούς
που διέμεναν στις επαρχίες.
Είναι η τάξη που αναστατώθηκε έντονα τον 10ο αιώνα.
Μεσαία τάξη
Από κάτω έχουμε ένα πλατύτερο στρώμα της μεσαίας τάξης, που την αποτελούν οι μη ευγενείς ευηπόληπτοι πολίτες. Η κοινωνική τους υπόληψη είναι αυτή που τους διαφοροποιεί από τη φτωχολογιά. Μεγαλέμποροι, εφοπλιστές, τραπεζίτες, ιδιοκτήτες εργαστηρίων, μεσαίοι γαιοκτήμονες, στρατιώτες και ξεπεσμένοι αριστοκράτες. Είναι «οι μέσοι», που εκφράζονται συνήθως από τους «πράσινους» στον Ιππόδρομο της Κων/πολης.
Αργότερα μπαίνουν στη μεσαία τάξη και συμβολαιογράφοι, γραμματείς, γραμματικοί και χαρτουλάριοι (μεσαίοι δημόσιοι υπάλληλοι). Όλοι αυτοί είναι απαραίτητοι στην άρχουσα τάξη, που τους καλοπιάνει και τους δίνει συνειδητά προνόμια, για να αφήσει ακέφαλη τη μάζα των λαϊκών. Γίνονται «δυνατοί», επενδύουν στη βιοτεχνία και το εμπόριο, αλλά και σε ακίνητα στις πόλεις, μαγαζιά δηλαδή και σπίτια που ενοικιάζουν. Δεν είναι εύκολο να αγοράσουν μεγάλη γη και να μπουν στο club των μεγαλογαιοκτημόνων (που τους σνομπάρει και τους αποκαλεί «νεόπλουτους»), που από τον 9ο έχει διαμορφωθεί σε κλειστή παγιωμένη τάξη των μεγάλων οικογενειών (γίνεται συμπαγής κυρίως στην Παλαιολόγεια περίοδο), μπορούν όμως να αποκτήσουν τίτλους.
Κάποτε, στην εξέγερση πχ της Θες/νικης, δυσανασχετούν με την αριστοκρατία και συμμαχούν με τους λαϊκούς για να προωθήσουν τη θέση τους.
Οι τεχνίτες ήταν οργανωμένοι σε συστήματα (συντεχνίες) των οποίων τους προϊσταμένους εξέλεγε ο έπαρχος της πόλης και η είσοδος των μελών ρυθμίζονταν με συγκεκριμένα και αυστηρά κριτήρια. Στη φωτογραφία η Παναγία των Χαλκέων (11ος αι., κτητορική επιγραφή στο υπέρθυρο της βόρειας εισόδου αναφέρει έτος κτίσης το 1028), ένα στολίδι στο κέντρο της Θεσσαλονίκης. Είναι η εκκλησία της συντεχνίας των χαλκουργών (σιδεράδες), που ζούσαν στην γύρω περιοχή.
Οι επαγγελματίες και οι τεχνίτες δεν κέρδιζαν γενικά αρκετά χρήματα και μεταξύ των αστικών επαγγελμάτων δεν είναι σαφές από τις πηγές, δεδομένης της ανυπαρξίας μίας αξιολογικής κλίμακας, ποια ήταν προσοδοφόρα και ποια όχι.
Ωστόσο σε μία κεντρικά ελεγχόμενη οικονομία όπου ο μεγαλύτερος επιχειρηματίας – εργοδότης είναι το κράτος, η επιχειρημα-τική δραστηριότητα και η δυνατότητα απόκτησης πλούτου από τους υπηκόους της αυτοκρατορίας ήταν περιορισμένη. Πάραυτα το επάγγελμα του εμπόρου ήταν ικανό να οδηγήσει στην απόκτηση κάποιας έστω και μικρής περιουσίας, αν και οι Βυζαντινοί δεν το θεωρούσαν και τόσο σημαντική δραστηριότητα, κυρίως λόγω της μικρής αγοραστικής δύναμης των πολιτών, της σχετικής αυτάρκειας σε είδη πρώτης ανάγκης, τους κινδύνους των μεγάλων ταξιδιών και τα υψηλά επιτόκια των εμπορικών δανείων.
Αναφορικά με τους τεχνίτες αξίζει να αναφερθεί ότι με την ανάκαμψη της οικονομίας στα τέλη του 9ου αιώνα, η πολιτεία διαμορφώνει ένα πλαίσιο λειτουργίας και αυστηρού ελέγχου των συντεχνιών, με σκοπό τον περιορισμό της δραστηριότητας τους. Κάθε επάγγελμα ήταν αυστηρά περιορισμένο στην ειδικότητα του, και τα έσοδα έπρεπε να δηλώνονται στον έπαρχο της πόλης.
Στην εικόνα επάνω, βυζαντινοί τεχνίτες (τοιχογραφία της Μονής Καισαριανής, Αθήνα) και κάτω ψηφιδωτό με αναπαράσταση ομάδας ξυλουργών.
Σε αντίθετη περίπτωση κινδύνευαν με αυστηρά πρόστιμα. Ο σκοπός ήταν να αποθαρρύνει η πρωτοβουλία και πλουτισμός και να παραμείνει η οποιαδήποτε εμπορική ή βιοτεχνική δραστηριότητα κάτω από τον ασφυκτικό έλεγχο του κράτους.
Φτωχολογιά
Χαμηλότερα έχουμε τη φτωχολογιά, τη μάζα των ελεύθερων πολιτών, τον όχλο, όπως θα τον αποκαλούσε ένας βυζαντινός ιστορικός με έντονη τάση σνομπισμού, που περιλαμβάνει από μικρομαγαζάτορες, πραματευτές και λιανοπωλητές, ψαράδες, τεχνίτες και μεροκαματιάρηδες, μέχρι τους ανθρώπους του θεάματος (ηθοποιούς, ταχυδακτυλουργούς, αρματοδρόμους, μουσικούς) και τους υπηρέτες.
Τέλος περιλαμβάνονται εδώ και οι μη παραγωγικοί πολίτες, όπως γέροντες, ανάπηροι, τρελοί και άποροι. Αυτοί σε πολλές πόλεις επιβίωναν χάρη στο φιλανθρωπικό έργο της Εκκλησίας.
Ζητιάνοι, δούλοι
Η χαμηλότερη βαθμίδα αποτελείται από τους ζητιάνους και τους δούλους. Οι δούλοι στην μεγαλύτερη πλειοψηφία τους απασχολούνταν σε οικιακές εργασίες και οι περισσότεροι διέμεναν στις πόλεις. Είναι ασαφές το τι ποσοστό του συνολικού πληθυσμού της αυτοκρατορίας αποτελούσαν, αλλά είναι ωστόσο σαφές ότι νομικά υφίσταντο ως ένα αντικείμενο, χωρίς δικαιώματα και υπόκεινται στην αναξιοπρεπή κατάσταση της αγοροπωλησίας. Αν και νομικά για την πολιτεία υπήρχε διάκριση μεταξύ κολονού και δούλου, στην ουσία η μοίρα και τον δύο αυτών τάξεων ήταν παρόμοια.
Κατώτερα
αγροτικά στρώματα
Στην πρώιμη βυζαντινή αυτοκρατορία η γεωργική παραγωγή αποτελούσε μία από τις σημαντικές οικονομικές δραστηριότητες και βασική πηγή φορολογίας. Η συντριπτική πλειοψηφία του κόσμου που ασχολείτο με την γη εντάσσεται στην αγροτική τάξη, η οποία διαβαθμίζεται σε διάφορα στρώματα. Υπάρχουν οι μικρό-μεσαίοι ελεύθεροι ιδιοκτήτες γης συγκροτημένοι σε αυτόνομες κοινότητες, οι ελεύθεροι μισθωτοί αγρότες και οι κολονοί, οι οποίοι είναι έμμισθοι αλλά δεμένοι με την γη που καλλιεργούν.
Στην πρώιμη βυζαντινή αυτοκρατορία η γεωργική παραγωγή αποτελούσε μία από τις σημαντικές οικονομικές δραστηριότητες και βασική πηγή φορολογίας. Η συντριπτική πλειοψηφία του κόσμου που ασχολείτο με την γη εντάσσεται στην αγροτική τάξη, η οποία διαβαθμίζεται σε διάφορα στρώματα. Υπάρχουν οι μικρό-μεσαίοι ελεύθεροι ιδιοκτήτες γης συγκροτημένοι σε αυτόνομες κοινότητες, οι ελεύθεροι μισθωτοί αγρότες και οι κολονοί, οι οποίοι είναι έμμισθοι αλλά δεμένοι με την γη που καλλιεργούν.
Εξαρτημένοι Αγρότες
Κολονοί και Δούλοι
Οι τελευταίοι παρουσιάζουν κοινά στοιχεία με τους δουλοπάροικους της δυτικής
φεουδαρχίας. Οι κολονοί επιτελούσαν εξαρτημένη αγροτική εργασία στις μεσαίες
και μεγάλες γαιοκτησίες. Νομικά ο κολονός θεωρούνταν ελεύθερος εργάτης γης,
στην πράξη όμως ήταν δεμένος με τον αγρό που καλλιεργούσε. Η θέση τους ήταν
κληρονομική και ο γαιοκτήτης πέρα από το ενοίκιο που εισέπραττε για την χρήση
της είχε και δικαιώματα επί της ζωής του κολονού. Επιπλέον οι κολονοί υφίσταντο
και την κρατική φορολογία που μπορούσε να αφαιρέσει ως και το ένα τρίτο της
σοδειάς τους.
Τέλος η κοινωνική ομάδωση των κολονών την περίοδο αυτή μετασχηματίζεται. Αποκαλού-νται πάροικοι και βελτιώνεται κάπως η θέση τους με το δικαίωμα να δικαιοπρατούν και
να κάνουν ελεύθερους γάμους, ενώ με την εισαγω-γή της πρόνοιας μεταβάλλεται και η
σχέση υποτέλειας, όπου πλέον ο δεσμός με την γη αντικαθίσταται από τον δεσμό με
τον αφέντη.
Επίλογος
Η κοινωνική διαστρωμάτωση στην Βυζαντινή Αυτοκρατορία μεταβάλλεται ανάλογα την περίοδο. Την πρώιμη περίοδο η κοινωνική διαστρωμάτωση είναι αρκετά όμοια με αυτήν που επικρατούσε στην ρωμαϊκή αυτοκρατορία με κάποιες αλλαγές όπως αποδυνάμωση της Συγκλήτου, ενίσχυση του ρόλου του αυτοκράτορα, ενίσχυση των επισκόπων.
Η μέση περίοδος είναι μία περίοδος διοικητικών αλλαγών. Η διοικητική
μεταρρύθμιση των θεμάτων είχε σαν συνέπεια την κατάργηση των βουλευτηρίων, την
πλήρη αποδυνάμωση της Συγκλήτου, την ενίσχυση της στρατιωτικής αριστοκρατίας,
την κατάτμηση των μεγάλων γαιοκτησιών, την ενίσχυση των μικρών και μεσαίων
ιδιοκτησιών, την δημιουργία της τάξης του στρατιώτη καλλιεργητή.
Σε σχέση με την πρώιμη περίοδο, η μέση περίοδος χαρακτηρίζεται με την
συρρίκνωση της αστικής δραστηριότητας, την μείωση της εμπορικής και βιοτεχνικής
δραστηριότητας, τις πολλές εσωτερικές και εξωτερικές συγκρούσεις, τις επιδρομές
και τις ασθένειες. Εν γένη το βιοτικό, κοινωνικό και πολιτισμικό επίπεδο της
αυτοκρατορίας συρρικνώθηκε.
Η αυτοκρατορία δέχθηκε πλήθος επιθέσεων από
γειτονικούς λαούς που εποφθαλμιούσαν τα πλούτη της και μέχρι και τον 11ο αιώνα η
διατήρηση μίας σημαντική επικράτειας οφειλόταν σε μεγάλο βαθμό στο στρατιωτικό
σύστημα διακυβέρνησης που διαμορφώθηκε με τον θεσμό των θεμάτων. Αυτό δεν
απέτρεψε την σταδιακή συρρίκνωση της πολιτικής δομής της αυτοκρατορίας στα τέλη
της μέσης περιόδου και στις αρχές της ύστερης περιόδου.
Η αυτοκρατορία
κατέρρευσε εσωτερικά από την πολιτισμική και οικονομική καθυστέρηση, την
ανικανότητα των κυβερνώντων να διαχειριστούν την εξουσία επαρκώς, την διαφθορά
σε όλους τους τομείς κοινωνικής και οικονομικής δραστηριότητας, τους
θρησκευτικούς διχασμούς αλλά και την απόσταση (κοινωνική, πολιτισμική και
οικονομική) μεταξύ του κέντρου της αυτοκρατορίας και των ακριτικών περιοχών.
Κοινωνική κινητικότητα
Προφανώς
υπάρχει κοινωνική κινητικότητα, ρευστότητα,
παρά την σχετικά ιεραρχική διάρθρωσή της, όπως ώσμωση ανάμεσα σε γειτονικές
ομάδες και όχι μόνον, αφού υπήρξαν αυτοκράτορες που ξεκίνησαν από το κοινωνικό
μηδέν (πχ πρώην χωρικός ο Βασίλειος ο Α΄ ο Μακεδών ή ο πρώην αργυραμοιβός
Μιχαήλ ο Δ΄), διασχίζοντας κάθετα όλα τα στρώματα.
Οι
κοινωνικές διαφοροποιήσεις οφείλονται είτε σε πολιτικές σκοπιμότητες (όπως η
δημιουργία στρατιωτικής αριστοκρατίας, που αποδυναμώνεται στα χρόνια του
Ανδρόνικου Α΄) ή σε κοινωνικές συγκυρίες (πχ αστικοποίηση).
Η κλασική διαίρεση: συγκλητικοί-στρατός-λαός, που προτείνει ο
Μιχαήλ Ψελλός, έχει κενά: αφήνει πχ απέξω τον κλήρο, που αποτελεί ένα κλειστό μόρφωμα, συμπλήρωμα του κράτους, με
αποφασιστικό ρόλο στην βυζαντινή εξωτερική πολιτική, έστω κι αν οι κληρικοί δεν
έχουν το αίσθημα πως ανήκουν σε μια μεγάλη και ιδιαίτερη τάξη. Οι επίσκοποι προερχόμενοι συνήθως από
την αριστοκρατία, διέθεταν μόρφωση και διοικητικές ικανότητες, αναλαμβάνουν
εξωθρησκευτικούς τομείς σχετικά με την εύρυθμη λειτουργία των πόλεων, όπως η
φιλανθρωπία (θεσμός από τον 4ο αιώνα) κι έτσι αντικατέστησαν
σταδιακά και άτυπα το διαλυμένο σώμα των βουλευτών (που ανήκαν στη τάξη των
ιππέων και φρόντιζαν για τον επισιτισμό της πόλης, τη συντήρηση τειχών και
υδραγωγείων, τη θέρμανση των λουτρών, τον φωτισμό και την διοργάνωση αγώνων και
εορτών. Η υπηρεσία τους στα συμβούλια των πόλεων ήταν υποχρεωτική και
κληρονομική. Για να γίνει κάποιος βουλευτής ή δεκουρίωνας (curiae =
βουλαί) θα έπρεπε να ήταν κάτοχος μίας ακίνητης περιουσίας. Μπορούσαν να γίνουν
μέλη των βουλευτηρίων διανοούμενοι, ελεύθεροι επαγγελματίες, έμποροι,
εκπρόσωποι της Εκκλησίας.) και γίνονται
ισότιμοι με τους έπαρχους. Χάνουν το κύρος τους τον 7ο και
8ο όταν παρακμάζουν και συρρικνώνονται (εξαφανίζονται) τα αστικά
κέντρα και αυξάνει ο αγροτικός πληθυσμός.
Πέρα όμως από τις τάξεις έχουμε και ομάδες (παραστρώματα), που διατηρούν μια ζωτική κοινωνική συνοχή και που αν και δεν είναι ομογενείς διέπονται από κοινή νοοτροπία, όπως ήταν πχ το στρώμα των στοχαστών, η «λόγια κάστα». Ζει από την άρχουσα τάξη, στην οποία στηρίζεται η βυζαντινή ιδεολογία και είναι εκείνη η που έδωσε την ώθηση στον ουμανισμό της Αναγέννησης.
Χαρακτηρίζεται από αυτοσυνείδηση, που υπερσταθμίζει όλες τις ταξικές διαφορές και αξιοποιείται από την βυζαντινή εξωτερική πολιτική. Την αποτελούν επαγγελματίες λόγιοι, με κοινή αίσθηση μιας ανώτερης αποστολής, που εκφράζεται στην λογοτεχνική δραστηριότητα, καθορίζει την πνευματική ζωή και διεκδικεί το μονοπώλιο στην κλασική παιδεία, το κλασικό ήθος, θεωρώντας όλους τους άλλους βάναυσους. Είναι κληρικοί, επίσκοποι, φιλόλογοι, μοναχοί, δάσκαλοι, γραμματείς, κατώτεροι υπάλληλοι κλπ.
Κοντά τους βρίσκονται και ερασιτέχνες αριστοκράτες, λόγιοι μέσης μόρφωσης, που θέλουν να αποδείξουν ότι η λογιότητα τους δεν υπολείπεται εκείνης των επαγγελματιών, με τη συγγραφική δραστηριότητα στην οποία αφοσιώνονται. Ο Θεόδωρος Μετοχίτης πχ, πρωθυπουργός του Ανδρόνικου Β΄ και βαθύπλουτος αριστοκράτης, μπορεί κάλλιστα να συγκριθεί με τον θεολόγο Παλαμά, ο αυτοκράτορας Θεόδωρος Β΄ Λάσκαρις δεν υστερεί απέναντι στον δάσκαλό του Νικηφόρο Βλεμμύδη και ο μητροπολίτης Θεσ/νικης Ευστάθιος, είναι ισάξιος του επαγγελματία φιλόλογου Ιωάννη Τζέτζη. Είναι το στρώμα που γράφει κοινωνική και πολιτιστική ιστορία, διασώζει την κλασική παιδεία, αλλά και τον αστικό χαρακτήρα της κοινωνίας από τους άξεστους, αδαείς καραβανάδες της επαρχίας και τους σκοταδιστές μοναχούς.
Με το στρώμα αυτό έρχονται σε επαφή οι διανοούμενοι της Δύσης, που ακολουθούν τις σταυροφορίες και την ιταλική διείσδυση στο βυζάντιο. Επανδρώνουν τις οικονομικές και νομικές υπηρεσίες του κράτους, κάνοντας την παιδεία και τα γράμματα συμπλήρωμα της πολιτικής και απολαμβάνοντας προνόμια όπως φοροαπαλλαγές.
Ομαδοποιήσεις με σημαντική πολιτική παρέμβαση παρατηρούνται σε οργανωμένα δίπολα, όπως «λατινόφρονες» και «πατριώτες» ή «ενωτικοί» και «ανθενωτικοί», «κόμμα στρατιωτικών» και «κόμμα πολιτικών», με συχνές μεταπηδήσεις από το ένα στο άλλο (όπως άλλωστε και σήμερα) κλπ.
Έχουμε ακόμα τους δήμους στην Κων/πολη, που πατρονάρονται από «δυνατούς» χρηματοδότες με πολιτικές φιλοδοξίες υψηλού επιπέδου () και χρησιμοποιούν τους ολιγάριθμους, αλλά δυναμικούς πυρήνες των φανατικών σαν ομάδες κρούσης (βλέπε Ολυμπιακός), οι οποίες μπορούν βέβαια κάτω από ιδιαίτερες συνθήκες να ξεσηκώσουν και πλατύτερες μάζες, για την προώθηση των πολιτικών τους επιδιώξεων.
Πέρα όμως από τις τάξεις έχουμε και ομάδες (παραστρώματα), που διατηρούν μια ζωτική κοινωνική συνοχή και που αν και δεν είναι ομογενείς διέπονται από κοινή νοοτροπία, όπως ήταν πχ το στρώμα των στοχαστών, η «λόγια κάστα». Ζει από την άρχουσα τάξη, στην οποία στηρίζεται η βυζαντινή ιδεολογία και είναι εκείνη η που έδωσε την ώθηση στον ουμανισμό της Αναγέννησης.
Χαρακτηρίζεται από αυτοσυνείδηση, που υπερσταθμίζει όλες τις ταξικές διαφορές και αξιοποιείται από την βυζαντινή εξωτερική πολιτική. Την αποτελούν επαγγελματίες λόγιοι, με κοινή αίσθηση μιας ανώτερης αποστολής, που εκφράζεται στην λογοτεχνική δραστηριότητα, καθορίζει την πνευματική ζωή και διεκδικεί το μονοπώλιο στην κλασική παιδεία, το κλασικό ήθος, θεωρώντας όλους τους άλλους βάναυσους. Είναι κληρικοί, επίσκοποι, φιλόλογοι, μοναχοί, δάσκαλοι, γραμματείς, κατώτεροι υπάλληλοι κλπ.
Κοντά τους βρίσκονται και ερασιτέχνες αριστοκράτες, λόγιοι μέσης μόρφωσης, που θέλουν να αποδείξουν ότι η λογιότητα τους δεν υπολείπεται εκείνης των επαγγελματιών, με τη συγγραφική δραστηριότητα στην οποία αφοσιώνονται. Ο Θεόδωρος Μετοχίτης πχ, πρωθυπουργός του Ανδρόνικου Β΄ και βαθύπλουτος αριστοκράτης, μπορεί κάλλιστα να συγκριθεί με τον θεολόγο Παλαμά, ο αυτοκράτορας Θεόδωρος Β΄ Λάσκαρις δεν υστερεί απέναντι στον δάσκαλό του Νικηφόρο Βλεμμύδη και ο μητροπολίτης Θεσ/νικης Ευστάθιος, είναι ισάξιος του επαγγελματία φιλόλογου Ιωάννη Τζέτζη. Είναι το στρώμα που γράφει κοινωνική και πολιτιστική ιστορία, διασώζει την κλασική παιδεία, αλλά και τον αστικό χαρακτήρα της κοινωνίας από τους άξεστους, αδαείς καραβανάδες της επαρχίας και τους σκοταδιστές μοναχούς.
Με το στρώμα αυτό έρχονται σε επαφή οι διανοούμενοι της Δύσης, που ακολουθούν τις σταυροφορίες και την ιταλική διείσδυση στο βυζάντιο. Επανδρώνουν τις οικονομικές και νομικές υπηρεσίες του κράτους, κάνοντας την παιδεία και τα γράμματα συμπλήρωμα της πολιτικής και απολαμβάνοντας προνόμια όπως φοροαπαλλαγές.
Ομαδοποιήσεις με σημαντική πολιτική παρέμβαση παρατηρούνται σε οργανωμένα δίπολα, όπως «λατινόφρονες» και «πατριώτες» ή «ενωτικοί» και «ανθενωτικοί», «κόμμα στρατιωτικών» και «κόμμα πολιτικών», με συχνές μεταπηδήσεις από το ένα στο άλλο (όπως άλλωστε και σήμερα) κλπ.
Έχουμε ακόμα τους δήμους στην Κων/πολη, που πατρονάρονται από «δυνατούς» χρηματοδότες με πολιτικές φιλοδοξίες υψηλού επιπέδου () και χρησιμοποιούν τους ολιγάριθμους, αλλά δυναμικούς πυρήνες των φανατικών σαν ομάδες κρούσης (βλέπε Ολυμπιακός), οι οποίες μπορούν βέβαια κάτω από ιδιαίτερες συνθήκες να ξεσηκώσουν και πλατύτερες μάζες, για την προώθηση των πολιτικών τους επιδιώξεων.
πηγή:
΄
το άρθρο στηρίζεται κυρίως στο βιβλίο του διακεκριμένου Γερμανού βυζαντινολόγου, Hans-Georg Beck (1910-1999): 'Η Βυζαντινή Χιλιετία, μτφρ Δ. Κούρτοβικ, εκδ, ΜΙΕΤ, Αθήνα 1992.'
Βενεδικτίνος μοναχός, που αποσχηματίστηκε και παντρεύτηκε, ένας από τους καλύτερους γνώστες του Βυζαντίου, ο Μπεκ ήταν καθηγητής Βυζαντινολογίας στο Παν/μιο του Μονάχου.
σχόλιο: πρόκειται για ογκώδες έργο, 5003 σελίδες μεγάλου μεγέθους, που επιχειρεί να δει το Βυζάντιο με μια άλλη ματιά. Αφήνει στην άκρη τη θεολογία, τη μεγαλοπρέπεια, αλλά και τις δολοπλικίες και τη μακρά σειρά αυτοκρατόρων και μαχών και εστιάζει στον μέσο βυζαντινό κα την πεζή του καθημερινότητα.
κυκλοφορούν επίσης στα ελληνικά και τα βιβλία του:
"Ιστορία της ορθόδοξης Εκκλησίας στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία", Βασιλόπουλος, 2004.
"Ιστορία της βυζαντινής δημώδους λογοτεχνίας" , ΜΙΕΤ, 2009.
"Αποχαιρετισμός στο Βυζάντιο", Περίπλους, 1999, που έγραψε στα 80 του.
"Βυζαντινόν Ερωτικόν", Βασιλόπουλος 1999, που ήταν το κύκνειο άσμα του και πραγματεύεται τη σύγκρουση ανάμεσα στον ερωτισμό και τη χριστιανική ηθική.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου