Music

Πέμπτη, Ιουλίου 30, 2015

Το 'σύνδρομο της Στοκχόλμης'


μια παράδοξη 'συμμαχία'



η ταύτιση του θύματος με τον θύτη

εισαγωγή

Είναι το σύνδρομο που περιγράφει τον παράδοξο 'δεσμό', που αναπτύσσεται μεταξύ απαγωγέα και θύματος. Αφορά την 'παράλογη συμπάθεια', που δείχνουν να νιώθουν (σε κάποιες περιπτώσεις) τα θύματα  για τους απαγωγείς τους, μετά από μια μακρά περίοδο ομηρίας (που φαίνεται μικρότερης διάρκειας στα θύματα). Χαρακτηρίζεται από την ταύτιση του θύματος με το θύτη (ένας από τους κλασικούς αμυντικούς μηχανισμούς) ή ακόμη και αγάπη προς αυτόν, αρνητικά συναισθήματα του θύματος για όποιον επιχειρεί να τον σώσει, την υποστήριξη του θύτη από το θύμα και την έλλειψη θελήσεως του θύματος να απελευθερωθεί. 

Εμφανίζεται επίσης σε κακοποιημένες γυναίκες και παιδιά, σε σχέσεις πόρνης-προαγωγού κι ακόμη πιο έντονα σε ανθρώπους που έζησαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης ή αιχμάλωτοι πολέμου, σε μέλη φανατικών θρησκευτικών ομάδων, σε θύματα αιμομιξίας και γενικότερα σε άτομα που έχουν ζήσει σχέσεις εξουσίας-εκφοβισμούΤα χαρακτηριστικά του συνδρόμου συχνά αντιστέκονται και διατηρούνται  σε μεγάλο βάθος χρόνου, ακόμη και μετά από μακροχρόνια θεραπεία και ψυχολογική υποστήριξη. 


Μπορούμε βέβαια να το πούμε και πιο απλά:
το πορτάκι άνοιξε, αλλά το πουλί αρνείται να βγει

αλλά ας τα  πάρουμε από την αρχή:

 η ληστεία


Το πρωί της 23ης Αυγούστου του 1973, ο 26χρονος Jan-Erik "Janne" Olsson, που βρίσκεται με άδεια έξω από τη φυλακή, εισβάλλει ένοπλος στο υποκατάστημα της τράπεζας Kreditbanken, στο Norrmalmstor, της κεντρικής Στοκχόλμης και προσπαθεί να την ληστέψει. Φοράει γυαλιά ηλίου, μια περούκα με φουντωτά μαύρα μαλλιά και στα χέρια του κρατάει ένα πολυβόλο. Έχει ακόμη μαζί του εκρηκτικά, καψούλια, ένα μαχαίρι κι ένα ραδιόφωνο.

Πυροβολεί στον αέρα, φωνάζοντας στα αγγλικά: 'Το πάρτι μόλις ξεκίνησε !” 
Η τράπεζα είναι την ώρα εκείνη γεμάτη: 40 υπάλληλοι και αρκετοί πελάτες, πέφτουν τρομοκρατημένοι στο πάτωμα. 

Η αστυνομία ενημερώνεται από τον συνα-γερμό για το περιστατικό  και 2 αστυνομικοί μπαίνουν μέσα. Ο Olsson δεν διστάζει να ανοίξει πυρ τραυ-ματίζοντας τον έναν, ενώ επιβάλλει στον άλλο να πέσει στο πάτωμα και να τραγουδήσει κάτι. 


Ο άτυχος φρουρός δεν έχει άλλη επιλογή, πέφτει λοιπόν κάτω και τραγουδάει το "Lonesome Cowboy" του Πρίσλεϋ, ενώ ο Olsson επιτρέπει στους έντρομους πελάτες και στους υπαλ-λήλους της τράπεζας να φύγουν. Κρατάει μόνον 4 υπαλλήλους σαν ομήρους και ζητάει από έναν λογιστή να  τους δέσει τα χέρια και τα πόδια. Αρχικά ζητά να του φέρουν τον Clark Olofsson, φίλο και συγκρατούμενο του στο ίδιο κελί και 730.000 κορόνες. Ζητάει ακόμη δύο όπλα, αλεξίσφαιρα γιλέκα, και ένα γρήγορο αυτοκίνητο για να διαφύγουν. 


Η κυβέρνηση της Σουηδίας υποχωρεί. Φέρνουν τον Olofs-son και o Olsson ηρεμεί και λύνει τους ομήρους. Ξεκινάει η επικοινωνία με τους διαπραγματευτές της αστυνομίας, που αποδέχονται να τους δώσουν ένα αυτοκίνητο (μια μπλε Ford Mustang) για να αποδράσουν, αρνούνται όμως να τους επιτρέψουν να πάρουν μαζί τους ομήρους. 

Οι δυο φίλοι οχυρώνονται στο κύριο υπόγειο θησαυροφυλάκιο, στο εσωτερικό της τράπεζας, όπου κρατούν τους ομήρους. Εκεί ο Olofsson, για τον οποίοι όμηροι κατέθεσαν στη δίκη ότι δεν είχε απειλητική συμπεριφορά εναντίον τους, τριγύριζε σφυρίζοντας την μελωδία της Roberta Flack, "Killing me Softly".

Αποτέλεσμα εικόνας για Elisabeth Oldgren
Οι όμηροι είναι τρεις γυναίκες κι ένας άντρας:  


η Birgitta Lundblad  (επάνω αριστερά) 
μια νέα μητέρα 32 ετών, 

η 23χρονη  Kristin Enmark (επάνω δεξιά), 
η Elisabeth Oldgren (μόλις 21 ετών)
κι ο 25χρονος Sven Safstrom 

(οι τρεις τελευταίοι ανύπαντροι).


Ο Olsson επικοινωνεί τηλεφωνικά με τον πρωθυπουργό Ούλοφ Πάλμε και του δηλώνει ότι, αν δεν αποδεχτεί τα αιτήματα τους, θα σκοτώσει τους ομήρους.

Την ώρα που κλείνει το τηλέφωνο ακούγεται μια από τις ομήρους, που είχε αρπάξει από το λαιμό, να ουρλιάζει τρομο-κρατημένη. Την επόμενη μέρα, ο Πάλμε δέχεται άλλη μια κλήση. Αυτή τη φορά ήταν η όμηρος Kristin Enmark, που του είπε: 
'Πιστεύω ότι ρισκάρετε τις ζωές μας. Εμπιστεύομαι απόλυτα τον Κλαρκ και τον ληστή. Δεν είμαι απελπισμένη. Δεν μας έχουν πειράξει. Αντιθέτως, είναι πολύ ευγενικοί. Αλλά ξέρετε, κύριε Ούλοφ, αυτό που φοβάμαι είναι ότι αν μας επιτεθεί η αστυνομία θα μας σκοτώσει'.

Στις 26 Αυγούστου, η αστυνομία που έχει μπει εν τω μεταξύ στο διαμέρισμα που υπήρχε στον όροφο πάνω από την τράπεζα, καταφέρνει να ανοίξει με τρυπάνι μια τρύπα στο κύριο θησαυροφυλάκιο, από όπου έχει οπτική επαφή με το εσωτερικό του. 



Από την τρύπα εκείνη πάρθηκε, στις 27 Αυγούστου, από δημοσιογράφο και η παραπάνω εκπληκτοκή φωτογραφία του Olofsson με τους τρομοκρατημένους ομήρους. 

Όταν ο Olofsson αντιλαμβάνεται κάποια στιγμή τι έχει συμβεί, δεν διστάζει να πυροβολήσει μέσα από την τρύπα δύο φορές τραυματίζοντας έναν αστυνομικό στα χέρια και στο πρόσωπο. Ταυτόχρονα απειλεί να σκοτώσει τους ομήρους αν προσπαθήσουν οι αστυνομικοί να τους επιτεθούν με χημικά αέρια. Αυτό όμως ακριβώς που φοβήθηκαν οι δυο ληστές,

έγινε δυο μέρες αργότερα. Επάνω ελεύθεροι σκοπευτές έξω από την τράπεζα. Για δύο μέρες, συζητούνται πιθανοί τρόποι διάσωσης των ομήρων.  

Σκέφτηκαν να γεμίσουν το χρηματοκιβώτιο με μέλισσες ή μπάλες του πινγκ πονγκ ή να στείλουν φουσκωτές κούκλες ντυμένες με αστυνομικές στολές, για να αποσπάσουν την προσοχή του δράστη. Ο Όλσον, φοβούμενος τη χρήση χημικών από την αστυνομία, περνάει θηλιές στο λαιμό των ομήρων, που τις είχε στηρίξει στο ταβάνι και ενημερώνει την αστυνομία ότι θα πνίγονταν, όταν θα λιποθυμούσαν απ’ τα αέρια.


Στις 28 Αυγούστου η αστυνομία αποφασίζει παρόλα αυτά να εκτοξεύσει δακρυγόνα και μισή ώρα αργότερα οι δυο άντρες παραδίδονται. Κανείς από τους ομήρους δεν τραυμα-τίζεται σοβαρά. Βγαίνοντας σχηματίζουν προστατευτικό κλοιό γύρω από τους απαγωγείς τους.


Οι ληστές συλλαμβάνονται, τους απαγ-γέλλονται κατηγορίες και καταδικάζο-νται σε πολύχρονη φυλάκιση. 

Στο τέλος της ομηρίας, τα θύματα που αντιστάθηκαν στην προσπάθεια των αρχών να τους διασώσουν, όχι μόνον αρνήθηκαν να καταθέσουν εναντίον των απαγωγέων τους, αλλά προσφέρθηκαν να ενισχύσουν οικονομικά την υπεράσπιση τους. Ο Olofsson υποστηρίζει στη δίκη ότι δεν βοήθησε τον Olsson,

αλλά το μόνο που προσπάθησε ήταν να κρατήσει την κατάσταση ήρεμη, για να σώσει τους ομήρους. Στο εφετείο οι καταδίκες του ακυρώθηκαν. Μετά την ληστεία συνάντησε την όμηρο Kristin Enmark αρκετές φορές, και οι οικογένειές τους έγιναν φίλοι. 


οι πρωταγωνιστές

Clark Olofsson

Clark Olofsson.jpgΠαιδί δυο αλκοολικών ο Olofsson, γεννημένος την 1η Φεβρουαρίου του 1947, βρέθηκε σε ίδρυμα  στα 8 του, όταν ο πατέρας του εξαφανίστηκε  και η μητέρα του άφησε εκεί τα 3 παιδιά της, μέχρι να μπορέσει να τα ξαναπάρει. Η καριέρα του ξεκίνησε με ένοπλες ληστείες, στα 16 του. Αναμειγμένος σε υπόθεση δολοφονίας εις βάρους αξιωματικού της αστυ-νομίας,  από τα 19 του, συνεχίζει να μπαινοβγαίνει στη φυλακή. Η τελευταία του σύλληψη ήταν το 2008 για υπόθεση ναρκωτικών. Για ένα διάστημα είχε παρακολουθήσει τη Σχολή Δημοσιογραφίας της Στοκχόλμης.

Επάνω ο 20χρονος Clark Olofsson με χειροπέδες (στο κέντρο), προσέρχεται στο δικαστήριο, το 1967, με την τότε μνηστή του και έναν αστυνομικό.

            Jan Erik Janne Olsson


 










Στις 20/3/1975  απέδρασε και τον Απρίλιο μπήκε σε τράπεζα της Κοπεγχάγης για ληστεία. Έχει στο ενεργητικό του τουλάχιστον 6 αποδράσεις.

 Αποτέλεσμα εικόνας για stockholm syndrome

Επάνω ο Όλοφσον  (σε φορείο)  και o Όλσον (όρθιος)  απομακρύνονται μετά την παράδο-ση τους από την τράπεζα, Όταν οι δράστες επιβιβάστηκαν στην κλούβα και οι όμηροι βγήκαν στο δρόμο, μετά από 130 ώρες ομηρίας, η Ένμαρκ τους αποχαιρέτησε και φώναξε στον Όλοφσον: 'Κλαρκ, θα τα πούμε σύντομα'. 

Κάτω η Kristin Enmark και η Birgitta Lundblad μεταφέρονται με ασθενοφόρο, μετά την απελευθέρωση τους.

kristin enmark Birgitta Lundblad förs till sjukhus. Foto: Per Kagrell

KARRIÄREN HAR BÖRJAT. Clark Olofsson fotograferad hos polisen i Eskilstuna sedan han gripits efter att ha misshandlat en polis 1965. En 18-åring med fjunmustasch som skulle bli en av Sveriges mest kända brottslingar.
Επάνω φωτογραφία του γόη Oloffson το 1965, κάτω αριστερά στη δίκη και δεξιά σήμερα.
  


Jan-Erik Olsson

Ο Olsson καταδικάστηκε σε 10 χρόνια φυλάκιση. Δυο από τους ομήρους του τον επισκέφθηκαν στη φυλακή, όπου λάμβανε συχνά γράμματα θαυμασμού από γυναίκες θαυμάστριες του, και αργότερα αρραβωνιάστηκε μια από αυτές (που δεν ήταν μία από τις ομήρους του, όπως λέχθηκε). 

Αφότου αφέθηκε ελεύθερος, συνέχισε μια νόμιμη ζωή. Απέφευγε για 10 χρόνια τις Σουηδικές αρχές για κάποια οικονομικά εγκλήματα κι όταν παρουσιάστηκε και παραδόθηκε το 2006, έμαθε ότι πλέον δεν διώκεται. 


'στην αρχή μου ήταν πολύ εύκολο να τους σκοτώσω' δήλωσε στους ψυχιάτρους που τον εξέτασαν, 'μετά όμως όχι. έκαναν όλοι ότι τους έλεγα και κανείς τους δεν επιχείρησε να με βλάψει. ζούσαμε σαν κατσίκες στον ίδιο βάλτο! '.

Από το 1996, ζει στη βορειοανατολική Ταϋλάνδη  με την Ταϊλανδή γυναίκα του (που γνώρισε στη Σουηδία) και τον γιο του. 

Το 2009 εκδόθηκε στη Σουηδία η αυτοβιογραφία του, με τίτλο Stockholms-syndromet. 

Στη φωτογραφία ένας ήσυχος 70αρης σήμερα, που εργάζεται στο μίνι μάρκετ του.

οι όμηροι 

Η αστυνομία προέτρεψε τους ομήρους να μείνουν στην τουαλέτα, όπου κατέβαιναν συχνά, έτσι ώστε να πετύχει μόνους τους δυο ληστές και να μπορέσει να τους εξουδετερώσει, εκείνοι όμως ανέβαιναν πάλι πάνω. Όταν οι γυναίκες 'αδιαθέτησαν', χωρίς να έχουν μαζί τους τα απαραίτητα, οι δυο απαγωγείς έδειξαν υπερβολικά ανήσυχοι. Μία απ’ τις ομήρους, που έπασχε από κλειστοφοβία, δήλωσε ότι της έδεσαν ένα σχοινί στο λαιμό και την άφησαν να βγει από το χρηματο-κιβώτιο και να περιφέρεται στο διάδρομο.

Πριν βγουν και  παραδοθούν, οι τρεις γυναίκες φίλησαν τους απα-γωγείς τους, ενώ ο Sven, ο μοναδικός άντρας, τους χαιρέτισε απλά με χειραψία και τους ευχήθηκαν καλή τύχη.
Λίγες μέρες αργότερα ο Olsson δήλωσε σε δημοσιογράφο, που τον επισκέφτηκε στη φυλακή: ΄δεν είχαμε να κάνουμε τίποτα άλλο εκεί μέσα, από το να προσπαθήσουμε να γνωριστούμε καλύ-τερα΄.


 
 Επάνω οι δυο γυναίκες το 2003, στην 30η επέτειο του συμβάντος και δεξιά ο νεαρός Sven.

Ο μοναδικός άντρας όμηρος, ο Σβεν Σάφστρομ, κατέθεσε ότι ο Όλσον του υποσχέθηκε πως θα τον μεθύσει πριν τον σκοτώσει,  για να ... μην φοβάται. 

Η Elisabeth Oldgren, 21 χρονών ανύπαντρη ταμίας της τράπεζας τότε, υπέφερε από κλειστοφοβία. Ο Olsson όμως βρήκε μια λύση: την έδεσε με ένα σχοινί από τον λαιμό και της επέτρεπε να κυκλοφορεί έτσι στους διαδρόμους. 'Δεν μπορούσα να πάω πολύ μακριά, αλλά αισθανόμουν ελεύθερη', δήλωσε στους δημοσιογράφους. Ανέφερε επίσης πως μια νύχτα που ξύπνησε με κρυάδες, ένοιωσε αμέσως τον Ollson να της ρίχνει ευγενικά το σακάκι του στους ώμους.

Η ανάλυση του συνδρόμου

stockholm syndrome by focusfixatedΣε 1η φάση το θύμα, βιώνοντας την καθυστέρηση και την ανεπάρκεια του έξω κόσμου να δώσει μια γρήγορη λύση στο δράμα του και τον σώσει, αισθάνεται αποκομμένο, απομονωμένο από τον έξω κόσμο (το έχουν εγκαταλείψει) χωρίς δυνατότητα διαφυγής,  αισθάνεται να κρατάει τον απόλυτο έλεγχο της ζωής του ο δράστης. Αρχίζει να αποκτά μια στρεβλή οπτική της κατάστασης, που βλέπει μέσα από τα μάτια του θύτη, παρερμηνεύοντας τα κίνητρα του και εξαγοράζει την ασφάλεια του, δείχνοντας ενδιαφέρον για τις ανάγκες του θύτη, που από απεχθής ληστής, έχει ήδη μετατραπεί σε ένα παρεξηγημένο  'καλό παιδί' 

(μοιάζει, κατά βάθος, να μην είναι και 'τόσο κακός'). Η συμπεριφορά του γίνεται προσαρμοστική και θυμίζει την αμυντική τακτική κάποιων θηλαστικών να προσποιούνται, μόλις αντιληφθούν την παρουσία κάποιου αρπακτικού, ότι είναι νεκρά, ελπίζοντας ότι η έλλειψη κυνηγιού θα ελαττώσει την επιθετική διάθεση του εχθρού τους.

Σε 2η φάση, έχοντας πιστέψει πως ο δράστης μπορεί να απειλήσει όντως τη ζωή του, θεωρεί προτιμότερη, ασφα-λέστερη την ομηρία από τον θάνατο. Με μια επανειλημ-μένη εναλλαγή συναισθημάτων αποστροφής-ανακούφισης, ένα κρύο ντους απειλών και φροντίδας (συχνά και υπόσχεσης ότι δεν πρόκειται να επαναλάβει την κακοποίηση), ο θύτης αποκτά τον πλήρη έλεγχο του θύματος


Σε 3η φάση,  στη θέση του αρχικού θυμού, δημιουργείται η 'αρρωστημένη σχέση', με αισθήματα εμπιστοσύνης και εκτίμησης (μέχρι και ευγνωμοσύνης).  Στην ενεργοποίηση του μηχανισμού ταύτισης, βοηθούν κάποιες μικρές χειρονομίες ευγένειας και ανθρωπιάς από τους απαγωγείς (το σακάκι στην πλάτη), που αν και πολύ μικρής σημασίας, παίρνουν στο μυαλό του θύματος σημαντικές διαστάσεις, αλλά κι από το γεγονός ότι ο δράστης δεν κάνει κατάχρηση της δύναμης του. Το θύμα παλινδρομεί και δείχνει ενδιαφέρον για τον θύτη, βλέποντας πως μπορεί να τον ευχαριστήσει, άρα να κατευνάσει την επιθετικότητα του, να τον ηρεμήσει (τελικά να τον χειριστεί).

Οι απόπειρες τρίτων για τη διάσωση του θύμα-τος, εκλαμβάνονται από αυτόν ως απειλή της ισορροπίας, άρα αποδοκιμάζονται και παρεμποδίζονται από το ίδιο το θύμα. 
Εδώ είναι που δημιουργείται και η αμοιβαία περιφρόνηση θύτη-θύματος για τον εξωτερικό κόσμο, που φαίνεται κάποια στιγμή εξίσου απειλητικός και για τους δυο.


Η ψυχαναλυτική ερμηνεία

Σύμφωνα με την ψυχαναλυτική θεωρία, όταν κάποιος βρίσκεται σε συνθήκες έντονης πίεσης αναζητά τρόπους να επαναφέρει την απωλεσθείσα ψυχική του ισορροπία. Ένας από τους αμυντικούς μηχανισμούς (συνήθως είναι ασυνείδητοι) που μπορεί να ενεργοποιηθεί, είναι η ταύτιση με τον επιτιθέμενο. Προσπαθώντας να μετριάσει το άγχος, που δημιουργεί η επίθεση, το άτομο ταυτίζεται με την πηγή της επίθεσης, ώστε να διαμορφώνοντας θετικά συναισθήματα για τον επιτιθέμενο. Αφού δεν μπορεί να διάκειται φιλικά προς κάποιο εχθρικό πρόσωπο,  μετατρέπει το θύτη σε "καλό" πρόσωπο (άρα φιλικό) και επομένως "ακίνδυνο".

Η ακατανόητη, η 'παράλογη' συμπεριφορά του θύματος, μπορεί έτσι να εξηγηθεί ψυχανα-λυτικά με την παλινδρόμηση στη βρεφική του ηλικία, όπου ο δράστης ταυτίζεται με τον γονιό και το θύμα με το βρέφος. Είναι εκεί όπου ο τρόμος του εχθρικού εξωτερικού κόσμου αναγκάζει το αδύναμο βρέφος (που αντιλαμβάνεται την απόλυτη εξάρτησή του από τη μητέρα) να προσκολληθεί συναισθηματικά στον φροντιστή του (τη μητέρα), που δείχνει να έχει και τη δύναμη να εξασφαλίσει την προστασία και την επιβίωση του, αλλά και συμπόνοια, παρέχοντας ένα μείγμα πειθαρχίας και αγάπης.


Το τρομοκρατημένο θύμα, αφού αποκοπεί ξαφνικά από το περιβάλλον του, αισθάνεται γρήγορα απομονωμένο κι εγκαταλελειμμένο. Βρίσκεται σε καθεστώς απόλυτης αδυναμίας και έντονου άγχους. Στερείται αρχικά ακόμη και τη δυνατότητα να μετακινείται, να μιλάει, να τρώει και να πηγαίνει στην τουαλέτα. Πρόκειται για ένα σοβαρότατο ναρκισσιστικό τραύμα, που το βάζει στη θέση ενός αβοήθητου κι εγκαταλελειμμένου βρέφους. Όταν ο δράστης στη συνέχεια 'μαλακώνει', αναγνωρίζει τις μικρές ανάγκες του θύματος και επιτρέπει την ικανοποίηση τους, μπαίνει αυτόματα στη θέση της μητέρας. 

Έτσι επανέρχεται έντονα κι ασυνείδητα στο θύμα η ανάμνηση του πρότυπου της ισχυρότατης δυαδικής σχέσης μητέρας-βρέφους και ενεργοποιείται αυτόματα ο αμυντικός μηχανισμός της ταύτισης (ένα αυθόρμητο πρωτόγονο ένστικτο επιβίωσης),  που μπορεί να καταστήσει βιώσιμη την εξαιρετική ναρκισσιστική κακοποίηση που  υφίσταται.

επίλογος


files/content/reportage/Stockholmssyndromet/NormalmBertilTorestad_2 2.jpgΟ όρος  'σύνρομο της Στοκχόλμης' επινοήθηκε από τον Σουηδό ψυχίατρο κι εγκληματολόγο Nils Bejerotπου είχε το ρόλο του συμβούλου της αστυνομίας κατά τη διάρκεια της ομηρίας, συμπληρώνοντας τον γνωστό αμυντικό μηχανισμό της ταύτισης (ή ταυτοποίησης), σύμφωνα με τον οποίο ένα άτομο διαμορφώνει τον εαυτό του σύμφωνα με κάποιο άλλο άτομο, οπότε ο εαυτός του μεταβάλλεται κατά το μάλλον ή ήττον μόνιμα. 

Βασίζεται στην ενδοβολή ή την ενσωμάτωση στοιχείων ή χαρακτη-ριστικών βασικών μορφών του περιβάλλοντος, όπως οι γονείς.


ΥΓ

δείτε και το σχετικό άρθρο : 

΄Το φαινόμενο Patty Hearst΄

όπου η απαχθείσα 20χρονη Πάττυ Χηρστ

φτάνει να γίνει μέλος της ομάδας που την απήγαγε.







0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου